Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

Το γονιδίωμα και η παράδοση



Η ολοκλήρωση της χαρτογράφησης του ανθρώπινου γονιδιώματος δημιούργησε μια έκπληξη, η οποία έδωσε αφορμή για ποικίλα σχόλια, κυρίως αντιρατσιστικά. Ανακοινώθηκε ότι, ανεξάρτητα από φυλή, φύλο και χρώμα, όλοι οι άνθρωποι έχουμε κατά 99,99% το ίδιο άαα. Δεν θα σταθώ στα αυστηρώς επιστημονικά δεδομένα (δέν είμαι ειδικός γι’ αυτά), αλλά θα ασχοληθώ με ένα άρθρο του Ι. Κ. Πρετεντέρη, το οποίο, όπως πιστεύω, εκφράζει τον γενικότερο δημοσιογραφικό αντίκτυπο, που είχε η ανακοίνωση των γενετιστών. Οι δημοσιογραφικοί σχολιασμοί είναι ένας πολιτιστικός δείκτης, που δείχνει την ένταση της σύγκρουσης των διαφόρων απόψεων και ιδεών που υπάρχουν ή προσπαθούν να εισβάλουν μέσα στην κοινωνία.
Ο σαρκαστικός τίτλος του άρθρου στο οποίο αναφέρομαι είναι: “Παπούα κατά 99,99%” (Βήμα 18-2-2001). Σε αυτό, ο συνήθως καυστικός, αλλά και κάποτε πολύ εύστοχος Ι. Κ. Πρετεντέρης, με αφορμή την αποκρυπτογράφηση του γονιδιώματος, γράφει: “Εμένα αυτό που κυρίως με ξετρέλανε, με άφησε κυριολεκτικά με το στόμα ορθάνοιχτο είναι η επιστημονική και αδιαμφισβήτητη απόρριψη όλων των ρατσιστικών ή εθνικιστικών ηλιθιοτήτων που κυκλοφορούσαν ανάμεσά μας”. Στη συνέχεια φέρνοντας στην μνήμη του τις απόψεις πρώην προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο οποίος μιλούσε με υπερηφάνεια για “τό άαα των Ελλήνων”, μας πληροφορεί ότι το άαα του “ακραιφνούς” αυτού Έλληνα “είναι κατά 99,99% απολύτως όμοιο με το άαα του τελευταίου πρώην φυλάρχου των Παπούα της Νέας Γουινέας ή των Αυστραλών Αβοριγίνων”. Και αναρωτιέται “καβαφικά”: “Και πώς θα ζήσουμε τώρα χωρίς τη βιολογική ανωτερότητα της φυλής; Που θα στηρίξουμε την υποδεέστερη φυλετική θέση των Σκοπιανών, των Αλβανών, των Τούρκων;”.
Μέχρι εδώ, αν εξαιρέσουμε το ύφος του λόγου –γιά το οποίο υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις– δεν μπορεί κανείς να διαφωνήση με το περιεχόμενο των γραφομένων από τον Ι. Κ. Πρετεντέρη. Στη συνέχεια, όμως, του άρθρου του δημιουργούνται κάποια ερωτηματικά. Συνεχίζοντας, λοιπόν, με ειρωνική διάθεση τα ερωτήματα που δημιουργεί σε μια ελληνοκεντρική ρατσιστική συνείδηση η αποκρυπτογράφηση του γονιδιώματος, γράφει: “Πώς να πείσουμε ότι εμείς είμαστε ανώτεροι, όταν τελικώς αποδεικνυόμαστε ίσοι;... Το χτύπημα βεβαίως είναι βαρύ. Διότι όχι μόνο δεν είμαστε καλύτεροι ή ανώτεροι αλλά και διότι δεν μπορούμε ποτέ να γίνουμε”.
Μια πρώτη παρατήρηση είναι, ότι οι απόψεις του Ι. Κ. Πρετεντέρη θεμελιώνονται σε μια μηχανιστική αντίληψη για τον άνθρωπο και την κοινωνία του. Θεωρεί ότι δεν μπορούμε ποτέ να γίνουμε “καλύτεροι” ή “ανώτεροι” από άλλους, επειδή κατά 99,99% έχουμε όλοι τα ίδια γονίδια. Είναι σαν να παραδέχεται ότι “εμείς είμαστε τα γονίδιά μας”, το αντίθετο, δηλαδή, από αυτό που είχε πει κάποτε ο Umberto Eco, ο οποίος, μέσα στους πρώτους ενθουσιασμούς για την αποκρυπτογράφηση του γονιδιώματος, τονίζοντας την ελευθερία του προσώπου απέναντι στην βιολογική συγκρότηση του ανθρώπου, είχε πεί, ότι “εμείς δεν είμαστε τα γονίδιά μας”, δεν είμαστε, δηλαδή, απλά και μόνο βιολογικές μονάδες. Στο άρθρο του κ. Πρετεντέρη η ελευθερία του προσώπου υποτάσσεται στη βιολογία. Προς το τέλος, βέβαια, αφήνει κάποιο παράθυρο για να αναπνεύση κάπως ο άνθρωπος, γράφοντας: “τά έθνη, οι λαοί και οι άνθρωποι που δεν θα είναι πλέον άξιοι εκ γενετής οφείλουν εφεξής να τεκμηριώνουν την αξιοσύνη τους εμπράκτως.... Άντε τώρα να αποδείξεις ότι ο κόσμος δεν χρωστάει στην Ελλάδα γι’ αυτό που υπήρξε αλλά μόνο γι’ αυτό που αξίζει”. Εδώ υπάρχει μια υποψία ελευθερίας, όχι όμως επαρκώς τονισμένη, αφού δεν μας απελευθερώνει από την φυλακή των βιολογικών ορίων. Αυτά που γράφει για μας τους Έλληνες, ισχύουν το ίδιο και “γιά τους Αυστραλούς Αβορίδες ή για τους Παπούα της Νέας Γουινέας”, αφού κατά 99,99% έχουμε το ίδιο γονιδίωμα. Ο Ι. Κ. Πρετεντέρης, εκτός του ότι φυλακίζει την ελευθερία στην Βιολογία, εκμηδενίζει την σημασία της ιστορίας και της παράδοσης.
Πιστεύω ότι η χαρτογράφηση του γονιδιώματος έδειξε από την μια μεριά την μεγάλη σημασία της ελευθερίας του προσώπου και από την άλλη τον καθοριστικό ρόλο της παράδοσης. Όλοι οι άνθρωποι είμαστε γενετικά ίδιοι, όμως υπάρχουν τεράστιες διαφορές στην εξέλιξη και την πρόοδο των ανθρώπων και των κοινωνιών. Αυτό αποδεικνύει ότι το πρόσωπο –η ελευθερία του– δεν καθορίζεται από το γονιδίωμα. Επίσης, η ύπαρξη των πολιτιστικών διαφορών, οι οποίες έχουν επιπτώσεις στους ρυθμούς και στην ποιότητα εξέλιξης των κοινωνιών, δείχνει την σημασία της παράδοσης ενός τόπου και ενός λαού, η οποία δημιουργήθηκε από χαρισματικούς προπάτορες. Αυτό, βέβαια, που κατάφερε να επιβεβαιώση η Βιολογία στις μέρες μας –ενώ παλαιότερα με την ευγονική υπέθαλπε εθνικιστικά και ρατσιστικά όνειρα– η Εκκλησία το τονίζει αιώνες τώρα. Είμαστε όλοι πλασμένοι “κατ’ εικόνα Θεού”. Το “κατ’ εικόνα” είναι το ίδιο σε όλους τους ανθρώπους. Δεν υπάρχουν εκ φύσεως καλοί και εκ φύσεως κακοί, δεν υπάρχουν προορισμένοι για τον παράδεισο και οι προορισμένοι για την κόλαση, όπως δεν υπάρχουν εκ φύσεως άρχοντες και εκ φύσεως αρχόμενοι. Η φύση των ανθρώπων είναι κοινή και καλή. Αυτό που διαιρεί την φύση είναι η γνώμη. Είναι η ελευθερία της επιλογής, η οποία μπορεί να κινηθή θετικά και να οδηγήση τον άνθρωπο –σέ κοινωνία και σχέση με τον Θεό– σε μια ανώτερη σφαίρα υπάρξεως, αλλά μπορεί να κινηθή και αρνητικά και να αχρειώση την ανθρώπινη ύπαρξη.
“Εμείς δεν είμαστε τα γονίδιά μας”. Έχουμε ελευθερία. Έχουμε παράδοση. Ειδικά εμείς οι Ορθόδοξοι Έλληνες έχουμε μια παράδοση πολύ ισχυρή και πλούσια, μέσα στην οποία –μαζί με πολλά θαυμαστά και μεγάλα– υπάρχει το άρωμα της χριστιανικής ταπείνωσης και η συμπάθεια ακόμη και για την ασημότερη λογική ή άλογη ύπαρξη. Μια συμπάθεια που δεν χαρακτηρίζεται από τον υπεροπτικό οίκτο, αλλά από την αγάπη, η οποία τοποθετεί πάντα τον εαυτό της στην τελευταία θέση. Το ότι μπορούμε να αισθανόμαστε ακόμη και χειρότεροι από το τελευταίο μέλος της φυλής Παπούα, χωρίς να προσβάλλεται η αξιοπρέπειά μας, αλλά και το να τοποθετούμε τον εαυτό μας “υπό κάτω πάσης της κτίσεως”, μας το διδάσκει και μας το εμπνέει η φιλοκαλική παράδοση της Εκκλησίας μας, η οποία μας κάνει να είμαστε ρεαλιστές, ταπεινοί, αλλά και εμπνευσμένοι. “Είμαστε –βιολογικά– μια χώρα όπως όλες οι άλλες, ένας λαός όπως όλοι οι άλλοι, με τις δεξιότητες και με τις αδεξιότητές μας. Με τα καλά μας και τα στραβά μας”, αλλά και με μια πλούσια παράδοση, που δημιούργησαν οι προπάτορές μας. Η ανακοίνωση των γενετιστών εμμέσως μας υπενθυμίζει, ότι πρέπει να χαιρόμαστε γι’ αυτούς, να αισθανόμαστε μέσα μας ευγνωμοσύνη. Και το σημαντικότερο, χωρίς κομπορρημοσύνη, με προσωπική δουλειά, έμπνευση και πίστη, να προσπαθούμε να τους μοιάσουμε.

Πηγή: 
Βαμβάνη Θωμᾶ (πρωτοπρεσβυτέρου), Τό γονιδίωμα καί ἡ παράδοση, ἐφ.
Ἐκκλησιαστική παρέμβαση, ἔτος Στ, τ. 61, Φεβρουάριος 2001 σ. 1,12.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου